ΕΛΕΝΗ ΒΑΡΟΠΟΥΛΟΥ, Η ζωγραφική του «Οδυσσέα», Απρίλιος 1993, Αθήνα, Σπίτι της Κύπρου
«Ζωγραφίζοντας τον Οδυσσέα»: Ο Οδυσσέας φαίνεται να είναι για την Άννα Φιλίνη ο κατεξοχήν μύθος για τον ταξιδευτή, τον περιηγητή, τον περιπατητή, τον άνθρωπο που διδάσκεται την τέχνη της αναζήτησης. Πανάρχαιος όσο και ζωντανός μύθος που πάνω του η ίδια η ζωγράφος μπορεί να προβάλει μια προσωπική μυθολογία της.
«15 εικόνες μαζί με κείμενα και ποιήματα»: Οι εικόνες, τα κείμενα και τα ποιήματα όπως περιέχονται στο κομψό πενηνταπεντασέλιδο βιβλίο που εξέδωσε η Άγρωστις μ’ αυτό τον υπότιτλο, βρίσκονται σε διάλογο μεταξύ τους. Το ζωγραφικό στοιχείο, οι δεκαπέντε ζωγραφιές συνυπάρχουν με κομμάτια πεζού και ποιητικού λόγου που τις εξηγούν, τις συμπληρώνουν, τις προεκτείνουν.
Τοπία
«Βλέπεις το κίτρινο χρώμα και τις ξερολιθιές της Τήνου. Το πορτοκαλί του αποχαυνωμένου μεσημεριού στη Δήλο, πάνω από την αρχαία πόλη με τους ναούς και τα καταστήματα των εμπόρων. Τους στιλπνούς μαύρους βράχους της Καμένης της νήσου Θήρας. Τους γαλαζοπράσινους κάμπους με τις ελιές που απλώνονται απ’ τη Μυτιλήνη ως τη Λευκάδα και την Ιθάκη. Τα φοινικόδεντρα που υψώνονται -όμοια συντριβάνια- δίπλα στο καταραμένο τείχος της Λευκωσίας…»
Οι φράσεις παρμένες από το εισαγωγικό σημείωμα της ζωγράφου στο βιβλίο, παραπέμπουν στις εικόνες που ακολουθούν. Περιγράφουν κάτι απ΄ αυτές, από τα τοπία του Αιγαίου, του Ιονίου και της Μεσογείου όπως αποδόθηκαν σαν φυσικοί παράδεισοι με όλη την αυθεντική ομορφιά και αυθεντικότητα, με το γνώριμο φως και τα εκθαμβωτικά χρώματα της ελληνικής φύσης. Το περιπετειώδες ταξίδι του Οδυσσέα με τον τρόπο της Άννας Φιλίνη είναι ένα θαυμαστό ταξίδι στις ελληνικές θάλασσες και στεριές. Όπου απολαμβάνει κανείς τη λιακάδα. Όπου ατενίζει εκστατικός τον ορίζοντα. Όπου ταξιδεύει στο φουρτουνιασμένο πέλαγος. Όπου περπατάει στις ακτές αγναντεύοντας τα βουνά…
Ιστορίες
Το έπος του Οδυσσέα μεταπλάθεται σε ιστορία με κορίτσια και αγόρια που φεύγουν, ταξιδεύουν, παίζουν, μαθαίνουν, ερωτεύονται, κινδυνεύουν, επιστρέφουν. Μεταπλάθεται σε προσωπική περιπλάνηση και δοκιμασία, ανάμνηση, βίωμα. Η Άννα Φιλίνη «Ζωγραφίζοντας τον Οδυσσέα» έχει μεταγράψει το μύθο έτσι ώστε Οδυσσέας να είναι ο καθένας, να είναι μια σύγχρονη συνείδηση, μετέωρη ανάμεσα στο μυθικό άλλοτε και το σήμερα, την πραγματικότητα και το όνειρο, τις εμπειρίες της ζωής και τα παραμύθια.
Μνήμες
Το ταξίδι του Οδυσσέα εκτός από έξοδος σ΄αγαπημένους τόπους, εκτός από νοσταλγική αναδρομή στις πατρίδες, εκτός από ανάκληση ιδιωτικών στιγμών σε νησιά, αμμουδιές ή γωνιές της αττικής γης, είναι για την Άννα Φιλίνη και μια περιοδεία στο εσωτερικό της ζωγραφικής μνήμης. Εκεί που δεσπόζει η ανάμνηση των αρχαίων ελληνικών ναών, της Ιταλικής Αναγέννησης, της μεταβυζαντινής ζωγραφικής και αγιογραφίας, αλλά και των πινάκων του Κράναχ. Εκεί όπου έχουν εγκατασταθεί οι διάφοροι εικαστικοί μύθοι, από τους περασμένους αιώνες μέχρι τον 20ο. Εκεί όπου αναγνωρίζονται τα μεταμορφωμένα πόδια του Μαγκρίτ, τα μεταφυσικά ξέφωτα του Ντε Κίρικο, οι βυζαντινοί βράχοι του Κόντογλου αλλά και του Τζιότο, οι τοίχοι και τα ριγωτά ενδύματα του Εγγονόπουλου, τα μαγικά αντικείμενα του Νταλί.
Αθωότητες
Άμεσα κατατίθεται το συναίσθημα στο λόγο και πηγαία συναρμολογούνται τα εικονολογικά συστατικά στις ζωγραφιές. Υπάρχει ένας αυθορμητισμός και μια δροσιά καθώς «στη θέση του πραγματικού κόσμου εμβαίνει η ψυχική πραγματικότητα» -για να χρησιμοποιήσω μια κουβέντα του Μπρετόν- κι ενώ αποθεώνεται το τοπίο. Ενώ υμνείται το ζωτικό πείσμα του Οδυσσέα που τίποτε δεν τον καθηλώνει σε ενδιάμεσους σταθμούς χάρις στην εσωτερική προσταγή του γυρισμού. Ενώ ανασύρονται θερμά οι επιθυμίες των πραγμάτων, οι νόστοι, ο πόθος του έρωτα.
Ζωγραφίζοντας τον Οδυσσέα η Άννα Φιλίνη είναι αισιόδοξη στο βαθμό που επικαλείται μια αθωότητα και αφέλεια σχεδόν παιδικές: Τη χαμένη αθωότητα του νέου στο κατώφλι της γνώσης με τη σάκα και τα εργαλεία, με τα ποιήματα του Αλεξανδρινού ποιητή και την πυξίδα στο χέρι. Τη χαμένη αθωότητα των παιδιών ολόγυμνων και ημίγυμνων, ξυπόλητων στις παραλίες και τους λόφους, σε παιχνίδια, εκδρομές, εξορμήσεις. Τη χαμένη αθωότητα των μικρών κοριτσιών όταν φοράνε ένα καπέλο, ένα φουστάνι, ή όταν βγάζουν τα μποτίνια τους για να υποδυθούν την Κίρκη, την Ελένη, την Καλυψώ, τη Ναυσικά, την Πηνελόπη, την Ευρύκλεια, τη Μαγδαληνή. Τη χαμένη αθωότητα του ανθρώπου που ζει χωρίς ενοχές κάθε συνάντηση, ακόμη και το ξύπνημα ένα πρωί στην Ιθάκη ύστερα από είκοσι χρόνια ταξίδι.
Ο συγκερασμός στοιχείων από διάφορες γεωγραφικές και πολιτιστικές περιοχές αλλά και από διάφορους χρόνους χαρακτηρίζει τις ζωγραφιές και τα κείμενα του βιβλίου. Η ζωγράφος εξελληνίζει την ιταλική διάσταση, εκσυγχρονίζει τη μάγισσα Κίρκη, ταυτίζει τον Οδυσσέα με τον Άγιο Παύλο και τον Άι Γιώργη, ονομάζει την Αθήνα , Ιθάκη του δικού της Οδυσσέα και της δικής της Πηνελόπης. Αυτός ο συγκερασμός πραγματοποιείται με μια σουρεαλιστική διάθεση αλλά και μια σουρεαλιστική γραφή. Το οικείο ελληνικό τοπίο μεταποιείται σε όραμα. Η ανάμνηση των νησιών του Ιονίου και του Αιγαίου, της Σικελίας, της Κύπρου, της Βενετίας και του βράχου της Αθήνας εξιδανικεύεται, τείνει προς το υπερβατικό. Συμπεριλαμβάνοντας αψίδες, κάμαρες, κολόνες, σκάλες και πλακόστρωτα αρχιτεκτονημάτων εκτεθειμένων στους ανέμους και τις μεσογειακές ζέστες. Τα επιλεγμένα εξάλλου αντικείμενα, η μαύρη σάκα, η σφαίρα στο χέρι του Οδυσσέα, ο αίλουρος της Κίρκης, τα παιχνίδια της Ναυσικάς, το μαρμάρινο TORSO , το ποδήλατο και το ρολόι στην άμμο έλκονται από το αίνιγμα. Βρίσκονται συγχρόνως στην αναμενόμενη και σε μιαν αναπάντεχη θέση.
«Ζωγραφίζοντας τον Οδυσσέα»: Η Άννα Φιλίνη μιλάει μεταφορικά για ένα δικό της ταξίδι ή μάλλον για τα ταξίδια στις αισθήσεις και τα αισθήματα, σε ειδυλλιακά περιβάλλοντα αλλά και τρόμους, σε σκέψεις και εντυπώσεις, συγκινήσεις, προσδοκίες, εικονογραφίες, αρχέτυπα. Στο βιβλίο της η προσωπική μυθολογία ταξιδεύει επιβιβασμένη στο όχημα μύθων από την ελληνική αρχαιότητα και το Βυζάντιο, από τους νεώτερους πολιτισμούς του ελληνισμού και της υπόλοιπης Ευρώπης…
(Δημοσιεύθηκε στο ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ «ΔΗΜΟΣΙΩΣ» ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ 1966-2001, Δήμος Αθηναίων, Πολιτισμικός Οργανισμός)