Παραδόθηκε χθες στον πρόεδρο της Βουλής. Αφορά τις καταστροφές και λεηλασίες που υπέστησαν μνημεία της Κύπρου από την τουρκική εισβολή
Ένα πολύτιμο για την ιστορική γνώση αρχειακό υλικό με έγγραφα χειρόγραφα και δακτυλόγραφα, εικόνες, αφίσες, φωτογραφίες και αντίτυπα εκδόσεων, το αρχείο της Επιτροπής για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Κύπρου, που καλύπτει τη χρονική περίοδο από το 1985 ώς το 2003 και αφορά τις καταστροφές και λεηλασίες που υπέστησαν μνημεία της Κύπρου από την εισβολή και την κατοχή των τουρκικών στρατευμάτων, παρέλαβε χθες ο πρόεδρος του ελληνικού Κοινοβουλίου Νίκος Βούτσης για λογαριασμό της Βιβλιοθήκης της Βουλής, από τη γενική γραμματέα της Επιτροπής Άννα Φιλίνη και την ταμία της Έφη Καλλιγά.
Μια ακόμα ψηφίδα στη γενικότερη εικόνα των ιστορικών γεγονότων της περιόδου έρχεται να προσθέσει το νέο αρχειακό υλικό που ενεχείρισε στη Βουλή η Επιτροπή για την Πολιτιστική Κληρονομιά της Κύπρου, η δραστηριότητα της οποίας συνέβαλε πολύ τόσο στην ενημέρωση της διεθνούς κοινής γνώμης για τους βανδαλισμούς και τις καταστροφές της πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου μετά την τουρκική Κατοχή όσο και στην ανάληψη πρωτοβουλιών για τη διάσωσή της. Ιδρύθηκε το 1985, από αρχαιολόγους, νομικούς, αρχιτέκτονες, δημοσιογράφους κ.ά., όταν πια είχαν αρχίσει να γίνονται γνωστές οι καταστροφές μνημείων στα κατεχόμενα. Μέλη της υπήρξαν μεταξύ άλλων ο βυζαντινολόγος Μανώλης Χατζιδάκης, ο Άγγελος Δεληβοριάς, ο Γιάγκος Πεσμαζόγλου, ο Μιχάλης Κακογιάννης, ενώ ψυχή της, η γυναίκα που πρωτοστάτησε στην ίδρυση και ήταν γενική γραμματέας της ώς το τέλος της ζωής της, ήταν η αρχαιολόγος του υπουργείου Πολιτισμού Μαρία Αναγνωστοπούλου. Η δραστηριότητα της Επιτροπής υπήρξε εντονότατη μέχρι η Κύπρος να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το ενδιαφέρον ήταν στραμμένο διαρκώς στην προστασία του κατεχόμενου μέρους του νησιού της πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά και στην προστασία από την αλλοίωση του χαρακτήρα του.
Η Επιτροπή ιδρύθηκε το 1985 και η λειτουργία της ξεκίνησε με μια μεγάλη έκθεση που φιλοξένησε η Ακαδημία Αθηνών, με φωτογραφίες κατεστραμμένων μνημείων αλλά και αρχαιότητες της Κύπρου από τις συλλογές του Πιερίδη και του Ιδρύματος Λεβέντη της Κύπρου. Το πιο συγκινητικό έκθεμά της όμως, όπως θυμάται η Άννα Φιλίνη, ήταν οι ψηφίδες από τα ψηφιδωτά της Παναγίας της Κανακαριάς που είχε βρει πεταμένες στο έδαφος της εκκλησίας ένας Γάλλος αρχαιολόγος. Οι βανδαλισμοί είχαν προκαλέσει αποτοιχίσεις και καταστροφές τόσο στα ψηφιδωτά όσο και στην εικονοποιΐα του ναού. Τελικά, πολύτιμα μέλη από τα ψηφιδωτά και τις τοιχογραφίες της Παναγίας της Κανακαριάς και άλλες βυζαντινές εκκλησίες των κατεχόμενων εντοπίστηκαν το 1997 στο Μόναχο, χάρη στις ενέργειες της Τασούλας Χατζητοφή, μέλους της Επιτροπής, η οποία εκείνη την περίοδο ήταν πρόξενος της Κύπρου στη Χάγη. Έτσι αποκαλύφθηκε όλη η δράση του περιβόητου Τούρκου αρχαιοκάπηλου Ντικμέν.
Η εναρκτήρια έκθεση της Επιτροπής ταξίδεψε σε αρκετές πόλεις της Ελλάδας αλλά και στο Στρασβούργο, όπου και έπαιξε κρίσιμο ρόλο μαζί με Έλληνες ευρωβουλευτές ώστε το 1987 να εκδοθεί από το Ευρωκοινοβούλιο το καταδικαστικό ψήφισμα εναντίων των στρατευμάτων κατοχής της Κύπρου και της συνεχιζόμενης λεηλασίας και καταστροφής του πολιτιστικού αποθέματος του νησιού. Ο κατάλογος μάλιστα της έκθεσης του ’85, αρκετά πλήρης, τροφοδότησε το λεύκωμα που εξέδωσε η Επιτροπή σε συνεργασία με τη Βουλή των Ελλήνων, το οποίο κατέγραφε τις καταστροφές των μνημείων.
Το νέο αρχειακό υλικό έρχεται σε μια εποχή που συνεχίζεται η έκδοση των Πρακτικών της Εξεταστικής Επιτροπής για τον Φάκελλο της Κύπρου, του οποίου έχουν εκδοθεί οι πρώτοι έξι τόμοι. Η Βιβλιοθήκη της Βουλής θα τεκμηριώσει και θα αρχειοθετήσει το Αρχείο έτσι ώστε το συντομότερο δυνατόν να είναι προσβάσιμο στο κοινό.